Jul 29, 2023

Το Κεφάλι που Σκάει (απόσπασμα)

 




ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ του Ερίκ, σκελετωμένα και γέρικα, γραπώνονταν στην κουρτίνα στα δεξιά του κρεβατιού του, όταν ξυπνούσε στη μέση της νύχτας, ασθμαίνοντας από τις συχνές ταχυκαρδίες ή ακούγοντας ήχους να εκρήγνυνται με απόκοσμη βοή στο εσωτερικό του κεφαλιού του. Ένα όπλο εκπυρσοκροτούσε στην κουζίνα του, μια βόμβα έσκαγε στο δωμάτιό του, κάτω από το κρεβάτι του, μια πόρτα έκλεινε με εκκωφαντικό θόρυβο, κάποιος ούρλιαζε αστάμάτητα. Ήταν πραγματικοί ήχοι που τον έκαναν να πετάγεται αλλόφρων από τον ύπνο του με δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ πραγματικότητας, ονείρου ή κάποιας υπερφυσικής κατάστασης. Δεν μπορούσε να αντιληφθεί τι ακριβώς είχε συμβεί, τι ήταν αυτό που τον τρόμαξε ξυπνώντας τον. Ίσως να επρόκειτο για κάποιο όνειρο, ίσως και όχι. Πως είναι δυνατόν μια γυναίκα να στριγγλίζει στο διπλανό σπίτι αφού δεν υπάρχει κανένα διπλανό σπίτι; Κι όμως την άκουσα, δεν ήταν όνειρο σκεφτόταν, και δεν υπήρχε τίποτα ικανό να κλονίσει αυτή τη βεβαιότητα. 

ΤΑ ΚΑΜΠΑΝΑΚΙΑ ήταν ο ήχος που τον είχε ταράξει περισσότερο. Τα πρωτάκουσε καλοκαίρι, μια νύχτα ζεστή, χωρίς να φυσάει το παραμικρό αεράκι. Είχε τη συνήθεια να αφήνει πάντα το παράθυρο της κρεβατοκάμαρας του ανοιχτό τα καλοκαίρια. Μισούσε τα κλιματαστικά, το κρύο τους που έκανε το σώμα του να τυλίγεται στα σεντόνια και το φριχτό θόρυβό τους. Ντιν, ντιν, ντιν, ντιν..Ο ήχος ήρθε από το εξωτερικό περβάζι. Έμοιαζε με τα μουσικά κουδουνάκια που φορούν οι τάρανδοι στις Χριστουγεννιάτικες ταινίες. Κουδούνιζαν με διαφορά δευτερολέπτων το ένα από το άλλο, αντηχώντας απόκοσμα εύθυμα στο σκοτάδι. Ο Ερίκ ήταν σίγουρος πως αυτή τη φορά τα είχε δει κιόλας. Μικρές καμπανίτσες, όλες περασμένες σε ένα τεντωμένο σύρμα που κρέμονταν από το τίποτα και το πουθενά. Το σύρμα τεντώνονταν και ταλαντεύονταν στον άερα, ξανά και ξανά, δίνοντας έτσι το ρυθμό στα κουδουνάκια να χορεύουν υστερικά, πολλαπλασιάζοντας ασταμάτητα τις δονήσεις τους.


ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ φορές συνέβαινε ανάμεσα στη μία και δύο μετά τα μεσάνυχτα. Ο Ερίκ ξυπνούσε διψώντας αφόρητα σα να είχε περπατήσει χιλιόμετρα μέσα στον ύπνο του. Ο ήχος τον στοίχειωνε με μια ανεξήγητη αγωνία και δεν τον άφηνε να ξανακοιμηθεί. 

Η πρώτη αποκλειστική είχε σηκώσει αδιάφορα τους ώμους όταν της το ανέφερε. Μμμ..κύριε Ερίκ ονειρεύεστε, παίρνετε πολλά χάπια και ο ύπνος σας είναι ανήσυχος. Οχι, εγώ δεν άκουσα κουδουνάκια. Τίποτα δεν άκουσα. Η δεύτερη αποκλειστική, μια μεγάλη γυναίκα από τη Βουλγαρία ήταν σίγουρη πως είναι ο ήχος των πεθαμένων που τον επισκέπτονταν κάθε τόσο. Γιατί να με επισκέπτονται οι πεθαμένοι κάθε τόσο Τατιάνα; Λες να έρχονται να με πάρουν και μένα; Η Τατιάνα γελούσε. Ω, όχι κύριε Ερίκ, δε λέω κάτι τέτοιο, κουταμάρες που οι άνθρωποι πιστεύουν στα χωριά της πατρίδας μου, ελάτε να αλλάξουμε τα ρούχα σας τώρα. Έχετε ιδρώσει.

ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ δεν ονειρεύονται ήχους εκτός κι αν πάσχουν από το σύνδρομο της εκρηγνυόμενης κεφαλής. Ο γιατρός του ήταν βέβαιος ότι ο Ερίκ υπέφερε από αυτό το σύνδρομο το οποίο προκαλούσε έναν ύπνο δύσκολο, τρομακτικό, γεμάτο ηχητικά εφέ που έσκαγαν σχεδόν κάθε βράδυ βαθιά μέσα στον εγκέφαλο του Ερίκ. Τίποτα το ανησυχητικό Ερίκ, όπως γνωρίζουμε κι εσυ κι εγώ, έχεις πολύ άγχος και το άγχος πυροδοτεί διάφορες αντιδράσεις στον οργανισμό. Τίποτα που να μη διορθώνεται με ένα ελαφρύ υπνωτικό. Θα παίρνεις μια ταμπλέτα, δύο ώρες πριν τον βραδυνό σου ύπνο. Θα δεις, θα φύγουν ολα αυτά κι εσύ θα κοιμάσαι πιο καλά. 


ΟΙ ΕΚΡΗΞΕΙΣ οι πυροβολισμοί, οι στριγκλιές, οι πόρτες που έκλειναν με πάταγο, όλα σταμάτησαν. Η σιωπή θα τύλιγε τον ύπνο του Ερίκ αν δεν επέμεναν τα κουδουνάκια. Ένα χρόνο τώρα, τα άκουγε σχεδόν κάθε ημέρα. Δυνατά, εκκωφαντικά, πάντα χαρούμενα, με έναν ήχο που έκανε τη νύχτα να τρίζει από ευτυχία και τρόμο μαζί. Ανασηκώνονταν με κομμένη την ανάσα, τραβούσε λίγο την κουρτίνα και κοιτούσε όσο πιο μακριά μπορούσε στον νυχτερινό ορίζοντα, πάντα ελπίζοντας να βρει απο που προέρχονταν και ευχόμενος να μην το ανακαλύψει ποτέ. Τα άκουσες Τατιάνα; Δεν μπορεί να μην τα άκουσες! Ήταν ακριβώς έξω από το παράθυρο! Ώσπου τα άκουσε και η Τατιάνα. Σταυροκοπήθηκε ξαφνιασμένη και γούρλωσε τα μάτια της κυριευμένη από πανικό. Κάτι είπε στη γλώσσα της και τράβηξε τις κουρτίνες με όλη τη δύναμη του παχουλού της κορμιού. Το αίσθημα θριάμβου πλημμύρισε κάθε φλέβα του Ερίκ. Είδες; Είδες Τατιάνα; Είχα δίκιο, ούρλιαξε με όση ένταση είχε μέσα στα γέρικα πνευμόνια του.


Jul 24, 2023

Ο Άνθρωπος με το Σκάφανδρο (απόσπασμα)

 


Ο ΑΝΘΡΩΠΟς με το σκάφανδρο εμφανίστηκε εντελώς ξαφνικά στο σπίτι μου. Χτύπησε την πόρτα μου ένα μεσημέρι, συστήθηκε ως Βόδας Αλεξέι, απεσταλμένος του αυτοκράτορα και των συμβούλων του και στάθηκε αμίλητος να με περιεργάζεται από το κεφάλι ως τα νύχια των ποδιών μου, έχοντας μια έκφραση αποτροπιασμού στο πρόσωπό του, συνδυασμένη με την πιο άτεγκτη αίσθηση καθήκοντος που έχει υπάρξει ποτέ στη γη.

ΦΟΡΟΥΣΕ μια παλιά εξάρτυση δύτη σαν αυτές που φορούσαν οι δύτες σφουγγαριών στα ελληνικά νησιά. Μια στολή άβολη και σίγουρα αστεία έτσι όπως φούσκωνε γύρω από το λαιμό και τα μπράτσα του κάνοντάς τον να μοιάζει με διαστημάνθρωπο. Στα χέρια του κρατούσε ένα παλιό σκάφανδρο από χαλκό, σίδερο και χοντρό γυαλί. Τα συναντά  κανείς στα παλαιοπωλεία που έχει ξεχάσει και ο ίδιος ο χρόνος ή σε κάποιο μουσείο. Έκπληκτη με το θέαμα δεν ήξερα τι να πω στην αρχή.  Τον ρώτησα τι θα ήθελε.


“ΚΥΝΗΓΩ τα ερπετά της θάλασσας και συγκεκριμένες πληροφορίες οι οποίες έφτασαν στο παλάτι μας είπαν ότι είστε το χειρότερο και τρομακτικότερο απ’όλα.”.

Γούρλωσα τα μάτια μου, είχα μπροστά μου έναν κανονικό τρελλό. Του έκλεισα την πόρτα στη μούρη και συνέχισα τις δουλειές μου. 


ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ πρωϊ, ο Βόδας Αλεξέι ξαναβρισκόταν έξω από το σπίτι μου. “Τι θέλεις” του φώναξα δίχως να ανοίξω αυτή τη φορά. Το ματάκι της πόρτας με προστάτευε. “Είμαι ο Βόδας Αλεξέι, απεσταλμένος του αυτοκράτορα και των συμβούλων του. Κυνηγώ τα ερπετά της θάλασσας και συγκεκριμένες πληροφορίες οι οποίες έφτασαν στο παλάτι μας είπαν ότι είστε το χειρότερο και τρομακτικότερο απ’όλα.” “Φύγε, θα φωνάξω την αστυνομία!” “Χα” έκανε μόνο πνικτά, δίχως καμία άλλη αντίδραση. “Φύγε!” ξαναφώναξα πιο δυνατά.

“Έχω αυστηρές εντολές να σας μεταφέρω στον αυτοκράτορα. Για αυτό το σκοπό έχω φέρει μαζί μου ένα δίκτυ, σε περίπτωση που αντισταθείτε.”Φαινόταν ήρεμος, παρά τις ασυναρτησίες που έλεγε. “Σας παρακαλώ φύγετε, δεν υπάρχει αυτοκράτορας, δεν υπάρχουν θαλάσσια ερπετά. Ποιος σας τα είπε αυτά τα πράγματα; Μην πιστεύετε ό,τι σας λένε. Θα ήταν καλό να δείτε ένα γιατρό.”  Ήλπιζα πως αρχίζοντας να του μιλάω στον πληθυντικό θα εξευγενίσω τις προθέσεις του.


“ΑΝΟΙΞΕ τρισκατάρατο κτήνος” απάντησε μονάχα, με τον πιο ατάραχο και γαλήνιο τρόπο.“Ο αυτοκράτορας κατασκεύασε αυτό το δίχτυ μόνο για σένα. Το έπλεκε και το ξέπλεκε για χρόνια, αναποφάσιστος και φοβισμένος μπροστά στη φήμη που έχεις ως τέρας των επτά ηπείρων και αναρίθμητων θαλασσών αλλά έφτασε ο καιρός πια. Άνοιξε λοιπόν γιατί θα αναγκαστώ να σπάσω την πόρτα. Πίστεψέ με δεν επιθυμώ να καταφύγω στη βία’’

Αναστέναξα. Ίσως αν του άνοιγα για λίγο και μιλούσα ευγενικά μαζί του, να έλεγε ό,τι είχε να πει και να με άφηνε ήσυχη. Ξεμαντάλωσα την πόρτα και τότε ο Βόδας Αλεξέι, με μια συντονισμένη κυκλική κίνηση των χεριών του πέταξε επάνω μου ένα σκληρό αστραφτερό δίχτυ που γρατζούνισε το πρόσωπό μου. “Μα τι κάνεις!’’ ούρλιαξα.

“ΚΑΙ ΤΩΡΑ’’ δήλωσε με επίσημο τόνο “σιχαμερέ όφι και βδελυρό ερπετό της θάλασσας με τις πενήντα γλώσσες και τις δέκα ουρές ακολούθησέ με δίχως άλλες αντιρρήσεις. Θα σε πάω στο κάστρο.”


Jul 20, 2023

Υποθαλάσσιο κυνοτροφείο

         


    Απ’ όταν ο σκύλος Σβέρο αποφάσισε να ζήσει κάτω από τη θάλασσα δεν υπήρχε τίποτα που να μπορεί να του αλλάξει τη γνώμη. Κανένας θρύλος για θαλάσσια αιμοβόρα τέρατα, καμία παραίνεση, και καμία φοβέρα δεν αρκούσαν για να τον μεταπείσουν. Δίχως να έχει εκφράσει καμία πρότερη επιθυμία να βρίσκεται κοντά στη θάλασσα, κατέβηκε στην αμμουδιά και απο εκεί, δίχως κανένα δισταγμό, προχώρησε καμαρωτά μες στο νερό. Σταμάτησε για λίγο να οσμιστεί τον αέρα, τίναξε αγέρωχα την κώμη του και μπλουμ βυθίστηκε κάτω από τη θάλασσα με μια θεαματική βουτιά. Δεν ξαναβγήκε ποτέ. 

Κανείς ποτέ δεν κατάλαβε γιατί ο Σβέρο πήρε μια τέτοια απόφαση αλλά ήταν αυτός που ξεκίνησε ένα ολόκληρο ρεύμα θαλασσινής μετανάστευσης σκύλων με τέτοιο ρυθμό και τέτοια αποφασιστικότητα ώστε σε λίγους μήνες είχε δημιουργηθεί μια ολόκληρη υποβρύχια αποικία σκύλων κάθε ράτσας. Κάθε μέρα κόλει, χάσκι, κοργκ, βενάρδοι, τζακ ράσελ, γκριφόν, κανίς, λαμπραντόρ και δαλμάτιοι κατέβαιναν με ποδοβολητά τον στριφογυριστο κεντρικό δρόμο που έκοβε στα δύο την πόλη για να εξαφανιστούν αλυχτώντας στα βάθη του θαλασσινού ορίζοντα. Κάποιοι άνθρωποι έτρεχαν πίσω τους παρακαλώντας τα να σταματήσουν, κάποιοι άλλοι ανασήκωναν αδιάφορα τους ώμους τους. Υπήρχαν και οι τολμηροί που επιχειρούσαν να ακολουθήσουν τους σκύλους τους μέσα στο νερό αλλά οι δυνάμεις τους τούς εγκατέλειπαν νωρίς. Ξανάβγαιναν κατάκοποι στην παραλία και ατένιζαν σιωπηλοί τη θάλασσα που κατάπιε το φίλο τους.

Η υποθαλάσσια αυτή συνοικία έγινε γρήγορα ένα ξακουστό τουριστικό θέρετρο. Κόσμος έρχονταν απο παντού για να δουν με τα μάτια τους τους θαλασσινούς σκύλους. Τι να κάνει άραγε ένας τέτοιος σκύλος κάτω από το νερό; Αναπνέει; Και αν ναι, τι άλλο κάνει;  Ομάδες δυτών ξεναγούσαν μικρά οργανωμένα γκρουπ τουριστών κάτω από το νερό. Οι άνθρωποι ήταν περίεργοι. Ήθελαν να δουν και να παίξουν με τα υποβρύχια σκυλιά που όχι μόνο δε δυσκολεύονταν να αναπνεύσουν κάτω απο το νερό αλλά προσαρμόστηκαν με τέτοια ευκολία ώστε να αναρωτιέται κανείς αν οι σκυλοι αυτόι ήταν μακρινοί απόγονοι κάποιου θαλάσσιου κήτους. Οχι, επιβεβαιώναν ορισμένοι ειδικοί. Θαλάσσιοι ελέφαντες, θαλάσσιοι λέοντες, τόσα ζώα βρέθηκαν από τη ζούγκλα στον ωκεανό, γιατί όχι και οι σκύλοι; Κάποια μετάλλαξη, προφανώς στον γενετικό τους κώδικα. Σίγουρα έπρεπε να μελετηθεί αλλά ναι, μπορούσε να γίνει. 

Οι τουρίστες χαίρονταν και απολάμβαναν τα νάζια και τις τρέλλες των σκύλων που ξετρελλαμένοι από χαρά, μόλις έβλεπαν ανθρώπους, έκαναν του κόσμου τα κόλπα, λες και ήταν εκπαιδευμένα δελφίνια. Υποθαλάσσιες κυβισθήσεις, χοροπηδητά, βυθίσματα στην άμμο, σιωπηλά γαβγίσματα, γουρλώματα των ματιών, κρεμάσματα της γλώσσας, παράξενα τινάγματα, μέχρι και θεαματικές συγκρούσεις μεταξύ τους. Όλα για να χαρούν οι άνθρωποι.

Η αλήθεια ήταν ότι αν κάποιος στεκόταν να παρατηρήσει καλύτερα τα κόλπα αυτά θα διεπίστωνε ότι δεν επρόκειτο ακριβώς για κόλπα αλλά μάλλον για αλλόκοτη συμπεριφορά. Οι σκύλοι δε σταματούσαν ούτε δευτερόλεπτο. Βρίσκονταν σε μια μυστήρια έξαρση, σε ένα γκράντε ντελίριο, σαν κάτι να τους έκανε να παραληρούν και να φέρονται παρανοϊκά. Οι γκριμάτσες τους ήταν τρομακτικές. Οι κινήσεις τους ήταν οι κινήσεις ενός χαλασμένου παιχνιδιού που πασχίζει να σταθεί όρθιο αλλά σωριάζεται φαρδύ-πλατύ με κωμικό τρόπο, ξανασηκώνεται τρεκλίζοντας και πάλι από την αρχή. Κάποιο αόρατο παιδί πρέπει να έπαιζε μαζί τους έχοντας αποφασίσει να τα βασανίσει όσο χειρότερα μπορούσε κρατώντας τα με το ζόρι κάτω από το νερό αφού τα έχει πρώτα κουρδίσει.

  Ο δύστυχος Σβέρο ήταν αυτός που ψόφησε πρώτος. Με τα μάτια ανοιχτά και τη γλώσσα να κρεμιέται σαν αγχόνη, ξεβράστηκε ξαφνικά στην επιφάνεια της θάλασσας κάνοντας τους τουρίστες να αρχίσουν να τρέχουν τρομαγμένοι. Ήταν ακριβώς η στιγμή που απότομα σταματήσα να παίζω,  έβγαλα τα χέρια μου από το νερό, σηκώθηκα αργά, ξεδίπλωνοντας το ύψος του γιγαντιαίου παιδικού μου σώματος, τίναξα τα νερά από πάνω μου, και ξαναγύρισα πίσω στην παραλία έχοντας σκόπιμα αποφασίσει να αδιαφορήσω πλήρως για το υποθάλασσιο κυνοτροφείο μου. Συνειδητοποίησα πως η μεταμόρφωσή μου σε τύραννο ολκής ξεκίνησε εκείνο το χρονικό σημείο. 

Ρ.Μ., όνειρο 15

Image: The Tree in Me III, 2019, (detail), linden wood and acrylic paint, Christian Verginer

Οι Πράσινοι Φρύνοι του Πέτρου

  Η ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΑ βροχή διήρκησε δύο ολόκληρες ημέρες. Τα νερά πλημμύρισαν την πόλη, ξερίζωσαν δέντρα, παρέσυραν αυτοκίνητα και έπνιξαν δώδε...