Jul 25, 2022

Ο καθρέπτης






Βραδινή
ρουτίνα. Ο Κασμίρ πλένει το πρόσωπό του πριν παει για ύπνο, κλείνει τη βρύση και ρίχνει μια τελευταία ματιά στον καθρέπτη. Περνά το χέρι του πάνω από τα μάγουλά του, ανασηκώνει λίγο το πηγούνι και γλιστρά τη γλώσσα πάνω από τα ούλα της επάνω σιαγόνας. Προσπαθεί να σκεφτεί κάτι. Η αντανάκλαση του τον κοιτά, κάνοντας τις ίδιες κινήσεις, σα να προσπαθεί κι εκείνη να σκεφτεί κάτι. Είναι κουρασμένος, θα ήθελε να ξαπλώσει και να κλείσει τα μάτια. Μισοκλείνει τα βλεφαρά του, συνεχίζοντας να κοιτά το είδωλό του. Και τότε τραντάζεται από εκείνο το τρομερό σφυροκόπημα που περνάει σα ρεύμα μέσα από το κέντρο του κεφαλιού του, κατεβαίνει αστραπιαία στο λαιμό και απλώνεται σαν παφλασμός στο στέρνο και στους ώμους του. Ζαρώνει ασυναίσθητα. Η ανάσα του επιβραδύνεται. Ξανασηκώνει τα μάτια του στον καθρέπτη. Κάποιος άλλος είναι εκεί και τον κοιτάει με βλέμμα που ο Κασμίρ δε θυμάται να έχει ξαναδεί σε άνθρωπο. Δεν είναι ούτε ένα βλέμμα καλό, ούτε ένα βλέμμα κακό. Είναι το απόλυτο κενό, κάτι μαύρο και απροσδιόριστο που αν θέλει να περιγράψει θα πρέπει να πέσει μέσα του, οπως πηδά ένας τρελλός στην άβυσσο μόνο και μόνο από περιέργεια. Σκέφτεται ότι δεν είναι καλά, κάτι συμβαίνει. Μοιάζει σαν παραίσθηση, γιατί να έχει παραισθήσεις; Πιάνει την κορυφή του κεφαλιού του με τα δυο χέρια και κατεβάζει αργά τις παλάμες του κατά μήκος του προσώπου του. Τα μαγουλά του είναι στεγνά, αλλάζουν χρώμα. Παρατηρεί συνεπαρμένος το πλάσμα που τον κοιτά κατάματα από τον καθρέπτη. Έχει την αίσθηση ότι τον κοιτάζει κάποιο ζώο μέσα από εκεί, ένα ζώο που είναι το ίδιο ξαφνιασμένο και περίεργο όσο αυτός. Βγάζει ελαφρά τη γλώσσα του έξω, γέρνει μπροστά. Το μετωπό του σχεδόν ακουμπάει το γυαλί, πάνω στο άλλο μέτωπο. Όχι, είναι σίγουρα κάποιος άλλος μέσα στον καθρέπτη, σίγουρα.  Ένα δέρμα φορεμένο πάνω από την ψυχή του, ένα δέρμα που πρώτη φορά βλέπει, το δικό του δέρμα δεν είναι έτσι, αυτό είναι σίγουρο! Αισθάνεται βαρύς, αργός, σα να μην έχει υπόσταση, σα να μην υπάρχει πια, λες κι η αντανάκλαση τον τρώει σιγά σιγά. Κι αν όντως κάτι τέτοιο γίνεται; Ως κι η ανάσα του στερεοποιείται. Ενα, δύο, τρία, θα αρχίσει να εκπνέει πέτρες κι όχι αέρα. Γιατί αισθάνεται να τον κατακλύζει τέτοια απελπισία με τόση σφοδρότητα ξαφνικά; Πρέπει να σταματήσει να κοιτάζει στον καθρέπτη. Τινάζεται προς τα πίσω.


Την επόμενη ημέρα τηλεφωνεί στο γιατρό. Του ζητά να του κόψει τα αντικαταθλιπτικά χάπια. Το είχε ξαναζητήσει αλλά ο γιατρός επέμενε να συνεχίσει να τα παίρνει. Μόνο για μερικούς μήνες ακόμα. Αυτή τη φορά όμως ο Κασμίρ  δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκεται να τον ακούσει, θα τα κόψει θέλει δε θέλει. Ο γιατρός εξανίσταται, χρειάζεται σταδιακή προσαρμογή του εξηγεί, θα πρέπει να τα κόψει με πρόγραμμα αλλιώς ο οργανισμός του θα αντιδράσει άσχημα. Πρώτα θα τα μειώσει κατά ένα την ημέρα, να περάσουν δυο εβδομάδες, μετά άλλο ένα ακόμα και ούτω καθεξής.  Ο Κασμίρ συμφωνεί αν και νοιώθει απογοητευμένος. Θα προτιμούσε να πάρει το φιαλίδιο και να το πετάξει στα σκουπίδια την ίδια ημέρα.

Με το στυλό που είχε αγοράσει πέρυσι από το αγαπημένο του χαρτοπωλείο γράφει “ο άγνωστος του καθρέπτη” πάνω στο καπάκι με ψιλούλια γράμματα. Ξεχνάει τα πάντα για δυο μήνες, ώσπου να πάρει και το τελευταίο χάπι. Την ίδια νύχτα ονειρεύται τον άγνωστο του καθρέπτη, να τον τραβά από το χέρι για να τον ξεναγήσει σε μια παράξενη πόλη κτισμένη στην κορυφή ενός τεράστιου βράχου, πάνω από τη θάλασσα. Η πόλη είναι γεμάτη φαρδείς δρόμους και χτιστές ελικοειδείς σκάλες. Κόσμος κάνει περίπατο πάνω κάτω. Όλοι χαιρετούν τον Κασμίρ καθώς περνούν από δίπλα του και ο Κασμίρ ανταποδίδει με ευγένεια και ανακούφιση. Τα πάντα, σε όποια κατεύθυνση και να περπατήσει, οδηγούν στο ίδιο σημείο: την κορυφή του βράχου απ’όπου ο Κασμίρ αρέσκεται να χαζεύει τη νυχτερινή θάλασσα. Μια καρέκλα βρίσκεται σταθερά εκεί πάνω, ένας θρόνος προσωπικός. Ο Κασμίρ κάθεται και αγναντεύει την κίνηση των νερών. Κάθε που έρχεται η άμπωτη συμβαίνει κάτι περίεργο. Η θάλασσα σηκώνεται και φουσκώνει σε σχήμα μπάλλας με μια απότομη κίνηση και ξαφνικά απορροφάται το ίδιο απότομα μέσα σε μια γυάλα από κίτρινο φως. Η γυάλα και το φως φαίνονται ότι αναδύονται από το βυθό και κάνουν ένα θόρυβο τόσο γλυκό και παρηγορητικό ώστε ο Κασμίρ νοιώθει να λιγώνεται. Το όνειρο επαναλαμβάνεται δίχως καμία αλλαγή σχεδόν κάθε νύχτα. Ο Κασμίρ έχει μάθει πια να ανυπομονεί για αυτές τις ξεναγήσεις. Κάποιες φορές τις κάνει ο άγνωστος ενώ κάποιες άλλες φορές τις κάνει ο Κασμίρ στον άγνωστο.


Image: Charlotte Colbert


No comments:

Οι Πράσινοι Φρύνοι του Πέτρου

  Η ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΙΑΙΑ βροχή διήρκησε δύο ολόκληρες ημέρες. Τα νερά πλημμύρισαν την πόλη, ξερίζωσαν δέντρα, παρέσυραν αυτοκίνητα και έπνιξαν δώδε...