Το σχολείο
υπήρξε μια εμπειρία μοναδική για μένα. Το γεγονός ότι έγινα το επίσημο σκιάχτρο
της τάξης σε περιπτώσεις που ήθελαν να τρομάξουν μια αντίπαλη τάξη ή να
τιμωρήσουν κάποιον, ακόμα και για να πιάνουν προνομιακές θέσεις στην ετήσια
σύναξη των τοπικών σχολείων ήταν ένας προσωπικός θρίαμβος για μένα.
Ήμουν ο Γκαλί Πικάριο ο Κροκόδειλος ή σκέτα Κροκόδειλος ή Κροκό. Με τον καιρό τα περισσότερα παιδιά, ακόμη και αρκετοί δάσκαλοι ξέχασαν το κανονικό μου όνομα και με φώναζαν Κροκό.
Ήμουν ο Γκαλί Πικάριο ο Κροκόδειλος ή σκέτα Κροκόδειλος ή Κροκό. Με τον καιρό τα περισσότερα παιδιά, ακόμη και αρκετοί δάσκαλοι ξέχασαν το κανονικό μου όνομα και με φώναζαν Κροκό.
«Κροκό πιάσε
την μπάλα», «Κροκό η έκθεσή σου ήταν άριστη», «Κροκό στάσου εδώ μόνο για να σε
δουν, θα φύγουν τρέχοντας», «Κροκό το τεστ σου ήταν χάλια, θέλω υπογραφή από
τον πατέρα σου» «Κροκό ωραία μπλούζα, που την πήρες;»
Καθόλου δε
με πείραζε η ασχήμια μου. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι για αυτήν, οπότε για ποιο
λόγο να στενοχωριέμαι, ειδικά όταν όλοι μου μιλούσαν και όλοι με χρειάζονταν
για κάτι; Ήμουν ο Κροκό.
Άρχισα να
αλλάζω, ανεπαίσθητα στην αρχή, πιο έντονα στην πορεία, όταν η εφηβεία μου
έφτασε στο τέλος της. Εκεί που όλα τα παιδιά αρχίζουν και ηρεμούν εγώ άποφάσισα
ότι ήρθε η ώρα μου για να φερθώ και να σκεφτώ αλλοπρόσαλλα. Απέκτησα σοβαρή
ψύχωση-ήταν τα λόγια του ψυχίατρου- με τους κροκόδειλους. Με τα δόντια τους.
Τις ουρές τους. Τις φολίδες τους. Το πόσο ύπουλα κρύβονται και πιάνουν το
θήραμά τους. Πως το τρώνε, γρήγορα και αποτελεσματικά μην αφήνοντας κανένα
ίχνος. Πόσο φόβο και πανικό προκαλούσαν. Τα μάτια τους ήταν αυτό που με μάγευε
περισσότερο. Τα παρατηρούσα αφοσιωμένος σε φωτογραφίες, σε ντοκυμαντέρ, σε
εγκυκλοπαίδειες, στο διαδίκτυο. Όπου μπορούσα να τα βρω. Ο τοίχος στο δωμάτιο
μου γέμισε εικόνες παγωμένων κροκοδειλίσιων ματιών που ελλόχευαν για το θύμα
τους. Η κάθετη μαύρη γραμμή που σκίζει στη μέση το κιτρινοπράσινο βάθος ήταν η
πόρτα και το κλειδί όλων των μυστηρίων. Οι κροκόδειλοι πάντα γνώριζαν, οι
κροκόδειλοι ζούσαν στη γη πιο πολλά χρόνια από τον άνθρωπο, οι κροκόδειλοι
είχαν αρχαίο όνομά και αρχαίο πατέρα. Οι κροκόδειλοι που δε με καταβρόχθισαν
αφού με κοίταξαν με τα πράσινα γεμάτα μίσος μάτια τους, μάτια φτιαγμένα για να
ζουν πάνω από το νερό ενώ οι ίδιοι βουλιάζουν στη λάσπη.
Ήταν η ημέρα
της αποφοίτησής μου όταν έβαψα τα μάτια μου πράσινα γύρω γύρω και αφού ο
Πικάριο γέλασε στην αρχή μετά ανησυχησε αλλά ήταν γέρος πια για να μπορέσει να
εκφράσει είτε ανησυχία, είτε αντιρρήσεις. Έχωσα το πράσινο μολύβι τόσο βαθιά
και με τέτοια ένταση στις κόχες που κόντεψα να τυφλωθώ. Το φως έσβησε στιγμιαία
και ένας τρομερος πονοκέφαλος μου έκοψε το κρανίο στα δυο. Συνέχισα να πιέζω το
μολύβι με μεγαλύτερη δύναμη. Μουτζούρωσα με λύσσα όλο το γύρω γύρω μέρος των
ματιών με το πράσινο και μετά το ξαναπέρασα με κίτρινο φωσφοριζέ μαρκαδόρο. Η
μίξη μου έδωσε ένα παράξενο οφθαλμικό φόντο ίδιο με αυτό που έχει το δέρμα μιας
σαύρας στον μεσημεριανό ήλιο. Ήμουν σαν ένας νεαρός δαίμονας που είχε
αποπροσανατολιστεί μέσα στο πολύχρωμο πλήθος της σχολικής λήξης. Καθόμουν σε
μια γωνιά και σκεφτόμουν πως τα μάτια των κροκόδειλων έχουν αυτόνομη ζωή πάνω
από το νερό τη στιγμή που οι ίδιοι καταδύονται στη λάσπη.
Οι γονείς
φρικίαζαν κοιτώντας με, οι συμμαθητές μου γελούσαν υστερικά και ο Πικάριο
κοιτούσε νευρικά το ρολόι του.
image:Maggie Taylor
No comments:
Post a Comment